- παραμύθι(ον)
- τό1) прям. , перен. сказка; басня;
λέω παραμύθι(ον)α — рассказывать сказки;
2) анекдот;§ αυτά είναι όλα παραμύθι(ον)α — это всё басни, ложь
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
λέω παραμύθι(ον)α — рассказывать сказки;
§ αυτά είναι όλα παραμύθι(ον)α — это всё басни, ложь
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
παραμύθι — Λαϊκή διήγηση στην οποία προέχει το θαυμαστό και το φανταστικό και που έχει για πρωταγωνιστές όντα υπεράνθρωπα, νεράιδες, στρίγκλες, μάγους, δράκους, γίγαντες και, οπωσδήποτε, πρόσωπα ικανά, μέσω μαγικών αντικειμένων ή προσωπικής δύναμης, για… … Dictionary of Greek
παραμύθι — το ιού, φανταστική διήγηση: Κι αν σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές, είναι γιατί τ ακούς γλυκότερα (Γ. Σεφέρης) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
παραμυθεύω — [παραμύθι] παραμυθολογώ … Dictionary of Greek
παραμυθιάζω — [παραμύθι] (με επιτιμητική σημ.) λέω ψέματα ή δίνω ψεύτικες ελπίδες … Dictionary of Greek
νουβέλα — Αφηγηματικό είδος που καθορίζεται δύσκολα, εξαιτίας τόσο της ευρύτατης χρονικής και τοπικής έκτασης της διάδοσης του, όσο και της ποικιλίας των μορφών του. Συγγραφέας ν., με την παλιά έννοια του όρου, είναι εκείνος που αφηγείται ιστορίες με τον… … Dictionary of Greek
Μπρεντάνο, Κλέμενς — (Klemens Brentano, Ερενμπραϊτσάιν αμ Ράιν 1778 – Ασάφενμπουργκ 1842). Γερμανός ποιητής, από τους πιο προικισμένους του γερμανικού ρομαντισμού. Ο Ιταλός πατέρας του τον προόριζε για το εμπόριο, αλλά ο Μ. γρήγορα ακολούθησε πολύ διαφορετικούς… … Dictionary of Greek
Дельта, Пенелопа — Пенелопа Дельта греч. Πηνελόπη Δέλτα Пенелопа Дельта с двумя дочерьми, 1897 год … Википедия
Роккос, Стелиос — Стелиос Роккос Основная информация Дата рожден … Википедия
Άντερσεν, Χανς Κρίστιαν — (Hans Christian Andersen, Όντενσε 1805 – Κοπεγχάγη 1875). Δανός συγγραφέας. Γόνος φτωχής οικογένειας (o πατέρας του ήταν τσαγκάρης και η μητέρα του πλύστρα), παιδί συνεσταλμένο και άσχημο, συνήθισε να ζει στη μοναξιά (όπως το Ασχημόπαπο,ένα από… … Dictionary of Greek
Διαμαντόπουλος, Βασίλης — (Πειραιάς 1920 – Αθήνα 2000). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στις δραματικές σχολές του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1942 στην Αγριόπαπια του Ίψεν με τον Κάρολο Κουν και μέχρι το… … Dictionary of Greek
Ευγένα — Θεατρικό δραματικό έργο του 17ου αι. Ανήκει στην Κρητική σχολή. Γράφτηκε στη Ζάκυνθο από τον Θεόδωρο Μοντζελέζε και εκδόθηκε το 1646 στη Βενετία. Αποτελείται από 1.542 δεκαπεντασύλλαβους ζευγαρωτούς ομοιοκατάληκτους στίχους, των οποίων προηγείται … Dictionary of Greek